Οι Μανιάτες στην Επανάσταση


OI MANIATEΣ ΣΤΗΝ ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΑ ΤΟΥ 1821

(της Άλκηστης Κωστάκου από τη Καφιόνα, και άλλες πηγές)


Προπαρασκευαστικές δραστηριότητες



Η Μάνη γεωγραφικά βρίσκεται στο νοτιότερο άκρο του ακρωτηρίου Ταινάρου και ορίζεται σε Ανατολική και Δυτική Μάνη. Η Ανατολική Μάνη βρέχεται από τον Λακωνικό κόλπο και εκτείνεται από το Ακροταίναρο έως την σημερινή πόλη του Γυθείου και η Δυτική Μάνη βρέχεται από τον Μεσσηνιακό κόλπο και εκτείνεται από το Ακροταίναρο έως τον Αλμυρό της Μεσσηνίας. Η Μάνη στα τετρακόσια χρόνια της τουρκοκρατίας διατηρήθηκε ελεύθερη, όχι γιατί οι Τούρκοι δε θέλησαν να την υποτάξουν. 

Χύσανε πολύ αίμα για να την κατακτήσουν, αλλά το φρόνημα των κατοίκων της και μόνο αυτό εξουδετέρωνε τις συνεχείς και ορμητικές επιθέσεις των Τούρκων. Οι αγώνες των Μανιατών για τη διατήρηση της ελευθερίας της Μάνης ήταν σκληροί και μακροχρόνιοι, γι' αυτό κάθε φορά που παρουσιαζόταν κάποιο σχέδιο για απελευθερωτικό αγώνα του έθνους, οι σκέψεις ατόμων και ομάδων στρεφόταν στην Μάνη.


Πρώτος με το Θούριό του ο Ρήγας Φεραίος καλούσε τους Μανιάτες σε δράση με τους στίχους:


"Μανιάτες και Σουλιώτες, λιοντάρια ξακουστά, ως πότε σταις σπηλιαις σας, κοιμάστε σφαλιστάς" Ο Ρήγας Φεραίος, μελετώντας το πρόβλημα της εθνέγερσης, είδε πως ο ξεσηκωμός του Γένους έπρεπε να ξεκινήσει από τη Μάνη και στους Μανιάτες στήριξε τις ελπίδες του για την επιτυχία της Επανάστασης. 


Οι φημισμένοι καπεταναίοι των κλεφτών του Μοριά, Ζαχαριάς, Παναγιώταρος, Κωνσταντίνος Κολοκοτρώνης, ο ηρωικός Σκηλόγιαννης στα Ορλωφικά, και στη συνέχεια, οι διορισθέντες ηγεμόνες της Μάνης (Μπέηδες) ήταν πασίγνωστοι σε όλο το κόσμο και ιδιαίτερα στα Ευρωπαϊκά κράτη, σαν αγωνιστές της ελευθερίας και επίδοξοι ελευθερωτές των σκλαβωμένων Ελλήνων. Οι Μανιάτες σταθερά προσανατολισμένοι στην ιδέα και την ελπίδα της απελευθέρωσης της Ελλάδας από τον Τουρκικό ζυγό δεν δίστασαν να έρθουν σε επαφή με τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη και να ζητήσουν την βοήθεια του. Σύνδεσμος μεταξύ των Μανιατών και του Ναπολέοντα ήταν οι Στεφανόπουλοι, Κορσικανοί από τους εγκατασταθέντες στην Κορσική Στεφανόπουλους του Οιτύλου, οι οποίοι μετέφεραν στον μπέη Τζανέτο Γρηγοράκη επιστολή του Βοναπάρτη, της οποίας το περιεχόμενο 
έχει έτσι:

"Ο αρχιστράτηγος της στρατιάς της Ιταλίας προς τον αρχηγό του ελεύθερου λαού της Μάνης.
Πολίτη, Έλαβα από την Τεργέστη ένα γράμμα στο οποίο εκφράζετε την επιθυμία να γίνετε χρήσιμος στη Γαλλική Δημοκρατία, υποδεχόμενος τα σκάφη της στα λιμάνια σας. Θέλω να πιστεύω ότι θα κρατήσετε το λόγο σας με εκείνη την πίστη που ταιριάζει σ' έναν απόγονο των Σπαρτιατών. Η Γαλλική Δημοκρατία δεν θα φανεί αχάριστη έναντι του έθνους σας.
Χαιρετισμούς και αδελφοσύνη.
Υπογραφή:Βοναπάρτης".


Οι ελπίδες όμως των Μανιατών για την απελευθέρωση της Ελλάδας διαψεύσθηκαν καθώς και τόσες άλλες φορές. Καλύτερα όμως από κάθε άλλον γνώριζαν την ανδρεία, την φιλοπατρία και την πολεμική αρετή των Μανιατών οι απόστολοι της Φιλικής Εταιρείας, οι οποίοι και δεν δίστασαν να επιλέξουν την ελεύθερη Μάνη σαν ορμητήριο του μεγάλου εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821. Από τον Σκουφά μυήθηκε ο Ηλίας Χρυσοπάθης, που ήταν και αυτός Μανιάτης, και οι Φιλικοί της Κωνσταντινούπολης φρόντισαν να μυήσουν τον Κυριάκο Καμαρινό και τα παιδιά του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, το Γιωργάκη και τον Ανέστη, που βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη ως όμηροι της πίστεως του πατέρα τους. 
Μετά την μύησή τους ο Χρυσοσπάθης και ο Καμαρινός εστάλησαν από την Φιλική Εταιρεία στη Μάνη για να μυήσουν τους Μανιάτες και να ετοιμάσουν την επανάσταση.

Ο Καμαρινός μύησε τον Πετρόμπεη, ο οποίος με τη σειρά του μύησε τους: Αθανάσιο Καμαρινό, Αναγνώστη Δημητρόπουλο, Λιμπέριο Αθανασάκη, Παναγιώτη και Διονύσιο Τρουπάκη. Από τον Ηλία Χρυσοσπάθη μυήθηκαν οι: Καπετάν Νικολάκης Χριστέας, Γιάννης Καπετανάκης-Μαυρομιχάλης, Πανάγος Χριστέας, Ιωάννης Χρυσοσπάθης, Γιάννης Χατζάκος.


Από τον Κυριάκο Καμαρινό μυήθηκαν και οι: Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης και αρχιμανδρίτης Γαβριήλ. Ο Π.Τρουπάκης μύησε τους: Παναγιώτη Τρουπάκη, Νικόλαο Βενετσανάκη και τον Ανδρουβίστας Θεόκλητο. Ο Χριστόφορος Περραιβός μύησε τους: Αντώνμπεη Γρηγοράκη, τον Ιωάννη Κουγέα, τον Βενετσάνο Γαϊτανάρο, τον Μονεμβασίας Χρύσανθο, τον Δημήτριο Γρηγοράκη. Αλλά ο Χριστόφορος Περραιβός κατόρθωσε κάτι πιο σημαντικό για τον απελευθερωτικό αγώνα. Συμφιλίωσε τις ισχυρότερες οικογένειες της Μάνης που ήταν σε έριδα και επέτυχε την υπογραφή του Πατριωτικού Συμφώνου στις Κιτριές, από τους εκπροσώπους των τριών ισχυρότερων οικογενειών της Μάνης, δηλαδή μεταξύ των Μαυρομιχαλαίων, Τρουπάκηδων και Γρηγοράκηδων.

Αρχή της Επανάστασης

Για τις τελευταίες προετοιμασίες της κήρυξης της Επανάστασης του '21 ο Γενναίος Κολοκοτρώνης, γιος του Θεόδωρου, γράφει: "Αναπτυσσομένης της ιδέας περί της Επαναστάσεως, ο σπινθήρ της Ελευθερίας ήναπτε τον ενθουσιασμό των Ελλήνων, οίτινες διενοούντο περί της ενάρξεως του πολέμου. Όθεν την 17ην Μαρτίου (1821) οι πρόκριτοι της Μάνης συνεννοήθησαν να λάβωσι τα όπλα κατά των Τουρκών." Πράγματι την 17ην Μαρτίου του 1821 συγκεντρώθηκαν στην Αρεόπολη (Τσίμοβα) οι πρόκριτοι της Μάνης και όλοι οι ένοπλοι Μανιάτες με αρχηγό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη (είχε εκλεγεί αρχηγός από τη Συνέλευση των Κιτριών) και ορκίστηκαν κάτω από το λάβαρο του Αγώνα, που το στήσανε προ του ιερού ναού των Ταξιαρχών "Νίκη ή Θάνατος", κηρύσσοντας την έναρξη της Επαναστάσεως. 

Τον παρακάτω όρκο απάγγειλε ο ιερός κλήρος και επαναλάμβαναν οι αρματωμένοι Μανιάτες:

«Ορκίζομαι,
εις το όνομα του Παντοδύναμού μας Θεού,
εις το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού
και της Αγίας Τριάδος,
να χύσω και την υστέραν ρανίδα του αίματός μου,
υπέρ πίστεως και Πατρίδος.
Ορκίζομαι,
να μη βλέψω εις τα όπισθεν
εάν δεν αποδιώξω τον εχθρόν της Πατρίδος
και της Θρησκείας μου.
Ορκίζομαι,
«Ταν ή επί Τας» και «Νίκη ή Θάνατος»
υπέρ Πίστεως και Πατρίδος
».
Στη συνέχεια ξεκίνησαν για την Καλαμάτα ειδοποιώντας και τα λοιπά επαναστατικά στρατεύματα της Μάνης, όσα ευρίσκοντο εκτός της Αρεόπολης, να συγκεντρωθούν σε ορισμένα σημεία για να βαδίσουν όλοι μαζί προς κατάληψη και απελευθέρωση της Καλαμάτας. Ο Ι. Θ. Κολοκοτρώνης στα Ελληνικά Υπομνήματα γράφει: "...κατά δε την 23ην Μαρτίου οι Μαυρομιχαλαίοι, Μούρτζινοι και λοιποί πανστρατιά εισήλθαν εις Καλαμάς, ότε αμαχητεί παρεδόθη ο Βοεβόδας μεθ' όλων των εκεί ευρεθέντων Τούρκων υπέρ των 150..." 

Ο Πέτρος Μαυρομιχάλης ίδρυσε αμέσως με τους προεστούς τη λεγόμενη Μεσσηνιακή Γερουσία και στις 28 Μαρτίου εξέδωσε διακήρυξη προς τις Ευρωπαϊκές Αυλές, την οποία υπέγραψε ο ίδιος σαν αρχιστράτηγος και τα άλλα μέλη της Γερουσίας ήτοι τους:Ιωάννη και Γεώργιο Καπετανάκη, Νικ. Χρηστέα, Π. Κυβέλο, Ιωαννη Κατσή - Μαυρομιχάλη, Κ. Κουτράκο, Π. Μούρτζινο, Π. Πατριαρχέα, Π. Πικουλάκη και Π. Λογοθέτη. Μετά την κατάληψη της Καλαμάτας οι επαναστατημένοι οπλαρχηγοί χωρίστηκαν σε τρεις φάλαγγες.

ΟΙ ΜΑΝΙΑΤΕΣ ΣΤΟΝ ΕΝΟΠΛΟ ΑΓΩΝΑ

Οι Μανιάτες της Ανατολικής Μάνης με αρχηγό τον Γεώργιο Τζαννετάκη (1000 περίπου άτομα ) κινήθηκαν στο εσωτερικό της Λακωνίας, κατέλαβαν το Φρούριο του Μυστρά και στις 21 Ιουλίου 1821 κατέλαβαν την Μονεμβασιά ύστερα από πολιορκία. Ταυτόχρονα με την πολιορκία της Μονεμβασιάς άρχισε και η πολιορκία των Μεσσηνιακών Φρουρίων (Μεθώνης, Κορώνης, Νεοκάστρου) από την άλλη φάλαγγα Μανιατών πολεμιστών της Δυτικής Μάνης, υπό τους Καπεταναίους Αντώνη, Ηλία και Ιωάννη Μαυρομιχάλη. Η παράδοση του Φρουρίου υπογράφηκε στις 7 Αυγούστου του 1821. Η τρίτη φάλαγγα με αρχηγό τον Θ. Κολοκοτρώνη και 300 Μανιάτες κινήθηκαν προς την Γορτυνία. Μαζί του ήταν ο Αναγνωσταράς, ο Παπαφλέσσας και ο Π. Κεφάλας. Στις 28 Μαρτίου του 1821 ο Κολοκοτρώνης με τους Μανιάτες δίνει την πρώτη μάχη με τους Τούρκους στη γέφυρα του Αγίου Αθανασίου κοντά στην Καρύταινα.


Ο Φωτάκος, υπασπιστής και γραμματέας του Θ.Κολοκοτρώνη γράφει στα απομνημονεύματα του: "Κατά την πολιορκία της Τριπολιτσάς (Ιούνιος 1821) οι στρατευμένοι Έλληνες (πλην των Μανιατών) ήταν τελείως αγύμναστοι και δεν ήξεραν να γεμίσουν ούτε τα ντουφέκια τους. Πολλοί από αυτούς έβαζαν στις κάννες των ντουφεκιών τους πρώτα το βόλι και κατόπιν το μπαρούτι! Ενώ οι Μανιάτες, οι οποίοι θαυμάζονταν από τους αδαείς, μπορούσαν να περάσουν το βόλι μέσα από τις πολεμίστρες των Φρουρίων! Έλεγαν δε οι αδαείς σύντροφοί τους :" Η ντουφεκιά του Μανιάτη βροντά περισσότερο από κανόνι!"

ΒΑΛΤΕΤΣΙ


Μετά τη νικηφόρο μάχη του Αγίου Αθανασίου, στον Αλφειό ποταμό, ο Κολοκοτρώνης προσπάθησε να δημιουργήσει στρατόπεδο στην Καρύταινα αλλά η προσπάθειά του απέτυχε, όταν οι έξι χιλιάδες άνδρες που είχε συγκεντρώσει, διαλύθηκαν αμαχητί όταν δέχτηκαν επίθεση των Τούρκων. Ο Κολοκοτρώνης όμως δεν πτοήθηκε αλλά παντού διαλαλούσε και έγραφε ακούραστα για την ανάγκη της πολιορκίας της Τριπολιτσάς. Οι Μανιάτες οπλαρχηγοί συμφώνησαν με τη γνώμη του και στρατολόγησαν αρκετούς περίοικους της Τριπολιτσάς και εν συνεχεία κατέλαβαν το Χρυσοβίτσι, το Διάσελο, την Αλωνίσταινα, τα Βέρβενα, την Πιάνα δημιουργώντας ένα μεγάλο κλοιό γύρω από την Τρίπολη. Η άφιξη του Μουσταφάμπεη στην Τρίπολη στις 6 Μαΐου πτόησε τους πολιορκητές. 

Ο Κων. Παπαρηγόπουλος στην "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους" γράφει: "Ο Κολοκοτρώνης πρότεινε να καταληφθεί αμέσως το Βαλτέτσι κι ευτυχώς ο Ηλίας Μαυρομιχάλης εκτέλεσε πρώτος το έργο. Λίγο μετά συγκεντρώθηκαν εκεί κι άλλοι οπλαρχηγοί, η δύναμή τους έφτασε τους 845 άνδρες, όλων δε αρχηγός ήταν ο θείος του Ηλία, Κυριακούλης, και στους αγωνιστές περιλαμβανόταν κι ο αδερφός του Ηλία, ο Ιωάννης, δεκατεσσάρων ετών. Ο Κολοκοτρώνης τους υπέδειξε πώς να οχυρωθούν, έθεσε τα άλλα σώματα σε ετοιμότητα, ο ίδιος δε αεικίνητος, κοιμόταν στο Βαλτέτσι, προγευμάτιζε στην Πιάνα και δειπνούσε στο Χρυσοβίτσι. Στις 12 του μήνα ο Μουσταφάμπεης βάδισε στο Βαλτέτσι με 6.500 πεζούς, 1.500 ιππείς και 2 πυροβόλα με σκοπό να σπάσει αυτό το μέρος του αποκλεισμού, να προελάσει στη Λακωνία και να δαμάσει όλη την Πελοπόννησο. Ο Κολοκοτρώνης, ευρισκόμενος τη στιγμή εκείνη στο Χρυσοβίτσι, δυόμισι ώρες από το Βαλτέτσι, δεν συμμετείχε στην αρχή του αγώνα, τον οποίο κατεύθυναν ο Κυριακούλης και ο Ηλίας πίσω από πρόχειρα οχυρώματα, τα λεγόμενα ταμπούρια. 

Τρεις ώρες μετά έφτασε ο Κολοκοτρώνης από το Χρυσοβίτσι κι ο Πλαπούτας από την Πιάνα κι άρχισαν να βάλλουν κατά των εχθρών. Οι αγωνιστές του Κυριακούλη πήραν θάρρος και συνέχισαν να ανθίστανται μέχρι το βράδυ κρατώντας τις θέσεις τους. Γύρω στα μεσάνυχτα ο Κολοκοτρώνης μπήκε στο Βαλτέτσι και αγκάλιασε τους αγωνιστές όλο χαρά. Μετά γύρισε στους δικούς του αγωνιστές, αφήνοντας στη θέση του άλλους και την επόμενη, με την επανάληψη της μάχης, οι ευρισκόμενοι μέσα στο Βαλτέτσι άρχισαν την επίθεση και έτρεψαν τους Τούρκους σε φυγή, συμπαρασύροντας όλη τη δύναμη του Μουσταφάμπεη. Ο Κολοκοτρώνης είχε δώσει τέτοιες διαταγές, ώστε όλα τα εφόδια των Τούρκων έπεσαν στα χέρια των δικών μας μαζί με τα επίχρυσα και επάργυρα όπλα τους, τα οποία πετούσαν για να φύγουν πιο εύκολα. Δεν εξακριβώθηκε ο αριθμός των θυμάτων και των δυο πλευρών στο διήμερο αυτό αγώνα. 

Οι Τούρκοι πολεμώντας στην ύπαιθρο υπέστησαν μεγάλες απώλειες από τους Έλληνες, οι οποίοι δεν είχαν πολλούς τραυματίες και νεκρούς. Σωστά η νίκη στο Βαλτέτσι θεωρήθηκε ο θεμέλιος λίθος της πελοποννησιακής ανεξαρτησίας και δίκαια εξυμνήθηκε σαν ένα από τα πιο αξιομνημόνευτα κατορθώματα της επανάστασης". Στη μάχη του Βαλτετσίου που διήρκεσε μιάμιση μέρα (12-13 Μαΐου 1821) αποκορυφώθηκε η ανδρεία των Μανιατών και μάλιστα των καπεταναίων της Μαυρομιχαλαίων εκ των οποίων ο Ηλίας αποκλήθηκε ήρωας του Βαλτετσίου.

ΟΙ ΜΑΝΙΑΤΕΣ ΣΤΗ ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ

Μετά τη μάχη του Βαλτετσίου η Επιτροπή των Καλτετζών διέταξε τους Ηλία και Κυριακούλη Μαυρομιχάλη να ενισχύσουν τον Αγώνα των επαναστατημένων Ελλήνων στη Στερεά Ελλάδα, να φυλάσσουν τις διαβάσεις των Γερανείων και να κτυπήσουν τα τουρκικά στρατεύματα που θα επιχειρούσαν να περάσουν από τη Στερεά Ελλάδα στην Πελοπόννησο προς ενίσχυση των ομοεθνών τους. Στη Θήβα έφθασαν ο Ομέρ Βρυώνης και ο Μεχέτ Πασάς με 14.000 στρατιώτες. Ο Μεχμέτ Πασάς επιτίθεται κατά του Ηλία Μαυρομιχάλη και του Τσαλαφατίνου που βρισκόντουσαν με Δερβενοχωρίτες στο Κριεκούκι. Η μάχη ήταν σκληρή. Σκοτώθηκαν 40 Έλληνες και 70 Τούρκοι. Οι Τούρκοι υποχώρησαν προς τη Θήβα και οι Έλληνες γύρισαν στην Κάζα. Στα Μεγάλα Δερβένια έφθασαν ο Αντώνης Μαυρομιχάλης, ο Παπαφλέσσας, ο Π. Κολοκοτρώνης και οι πασάδες υποχρεώθηκαν να μείνουν ο ένας στην Αθήνα και ο άλλος στη Θήβα. 

Στη συνέχεια ο Ηλίας Μαυρομιχάλης εστάλη στην Αθήνα για να αναλάβει την πολιορκία της Ακρόπολης, αλλά παρά την ριψοκίνδυνη προσπάθειά του δεν κατάφερε να την εκπορθήσει. Μετά από 40 ημέρες δέχτηκε πατριωτική έκκληση του Επισκόπου Καρυστίας Νεοφύτου και μετέβη στην Εύβοια μαζί με τον θείο του Κυριακούλη και τον Ηλία Τσαλαφατίνο, φημισμένο Μανιάτη οπλαρχηγό για να βοηθήσουν τους επαναστατημένους Ευβοείς. Όταν ο Ομέρ Μπέης έμαθε την άφιξη του Ηλία Μαυρομιχάλη στην Εύβοια έστειλε στρατεύματα και κατέλαβαν την στρατηγική θέση των Στύρων. Ο Ηλίας Μαυρομιχάλης με 500 Μανιάτες και ο οπλαρχηγός Βάσσης με άλλους 500 ντόπιους πολεμιστές κινήθηκαν κατά των Τούρκων. Οι κακές καιρικές συνθήκες όμως και η κακή συνεννόηση των δύο οπλαρχηγών έφερε σε τρομερά δύσκολη θέση τον Ηλία Μαυρομιχάλη ο οποίος αναγκάστηκε με επτά Μανιάτες να οχυρωθεί σ' έναν άστεγο μύλο, το λεγόμενο Κοκκινόμυλο, όπου έπεσαν ηρωικά.

ΟΙ ΜΑΝΙΑΤΕΣ ΣΤΗΝ ΗΠΕΙΡΟ

Μετά τη Βοιωτία ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης κατ' εντολή του Μαυροκορδάτου πηγαίνει στο Μεσσολόγγι με δυο χιλιάδες Μανιάτες για να ενισχύσει το διεξαγόμενο αγώνα στη Δυτική Στερεά Ελλάδα και Ήπειρο. Με 4 πλοία έφτασαν στο Φανάρι της Ηπείρου με σκοπό να ανοίξει δρόμο προς τη Κιάφα και να εξασφαλίσει τον ανεφοδιασμό των Σουλιωτών. Οι Σουλιώτες έστειλαν αμέσως ενισχύσεις ,αλλά στις 4 Ιουλίου 3.000 Τούρκοι χτύπησαν τη δύναμη του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη στη Σπλάντζα του Φαναρίου με αρχηγό τον Μουσταφάμπεη. Οι Μανιάτες που δεν είχαν ολοκληρώσει τις αμυντικές τους προετοιμασίες αιφνιδιάστηκαν. Πολλοί οπλαρχηγοί πρότειναν να εγκαταλειφθεί η τοποθεσία. Ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης όμως θεώρησε την υποχώρηση ταπεινωτική και διέταξε αμέσως και μέσα στη νύχτα την κατασκευή ενός ξερολίθινου τείχους 200 περίπου μέτρων μήκους και 1 μέτρου ύψους. Την επόμενη μέρα 4/7/1822 οι Τούρκοι επιτέθηκαν εναντίον των Ελλήνων, αλλά καθηλώθηκαν από τα πυκνά πυρά των ταμπουρωμένων Μανιατών. Κατά τη διάρκεια της μάχης μια σφαίρα χτύπησε θανάσιμα τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. 

Μετά τη μάχη της Σπλάντζας και την καταστροφική στο Πέτα καθώς και την απομάκρυνση των Σουλιωτών στα Ιόνια Νησιά ο Ομέρ Βρυώνης και ο Κιουταχής αρχίζουν την Α' πολιορκία του Μεσολογγίου. Οι Μανιάτες παρά την τρομερή αιμορραγία που είχαν υποστεί συγκρουόμενοι δύο ολόκληρα χρόνια με τους Τούρκους, βλέποντας ότι η Ρούμελη, αν μείνει αβοήθητη, υπήρχε κίνδυνος να υποκύψει, έσπευσαν να βοηθήσουν. Στις 23 Νοεμβρίου 1822 ο Πετρόμπεης μαζί με τον Ζαϊμη και τον Ντελληγιάννη με χίλιους άντρες φτάνουν στη Ρούμελη. Ο Ηλίας Τσαλαφατίνος και ο Κουμουντουράκης, Μανιάτες οπλαρχηγοί, με ένα μέρος των συμπολεμιστών μπήκαν στο Μεσολόγγι για να ενισχύσουν την φρουρά. Ο Πετρόμπεης με 500 περίπου άνδρες κινήθηκε για να ξεσηκώσει τους ντόπιους κατοίκους και να χτυπήσει τους Τούρκους από τα νώτα τους. Οι Τούρκοι όταν επιτέθηκαν, τη νύχτα των Χριστουγέννων, απωθήθηκαν με επιτυχία από τους πολιορκημένους και έτσι λύθηκε η Α' πολιορκία του Μεσολογγίου, με μεγάλη φθορά των Τούρκων.

ΔΕΡΒΕΝΑΚΙΑ

Την εποχή που ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης βρισκόταν στην Ήπειρο, στην Ανατολική Στερά Ελλάδα εμφανίζεται ο Δράμαλης, επικεφαλής 50.000 περίπου ανδρών, καίει τη Θήβα και κατευθύνεται προς την Πελοπόννησο. Η κυβέρνηση τότε σκέφτηκε να φρουρήσει τα στενά προ του Ισθμού για να παρεμποδίσει την κάθοδο του Δράμαλη. Έστειλε λοιπόν μαζί με άλλους καπεταναίους και το Μανιάτη Τσαλαφατίνο, να καταλάβουν τις διαβάσεις του Γερανείου. Η μικρή αυτή όμως δύναμη αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να συμπτυχθεί με άλλες δυνάμεις στην Κόρινθο. Η Ελληνική Κυβέρνηση (δηλαδή το "Εκτελεστικό") πανικοβλήθηκε από την εισβολή του Δράμαλη και έσπευσε να διασωθεί στα πλοία που βρίσκονταν στον Αργολικό Κόλπο. Ο Κολοκοτρώνης μαθαίνοντας την εισβολή του Δράμαλη στο Άργος αμέσως συναντήθηκε με τον Πετρόμπεη, τον Υψηλάντη και τον Κρεββατά και σε σύσκεψη αποφασίστηκε:

1ον) 200 άνδρες με τους οπλαρχηγούς Κατσάκο και Μπαρμπιτσιώτη να καταλάβουν το κάστρο του Άργους ώστε να καθυστερήσουν το Δράμαλη και 
2ον) να κάψουν τους καρπούς ώστε να δημιουργήσουν πρόβλημα ανεφοδιασμού στο Δράμαλη. Όταν οι 200 άνδρες έφθασαν στο κάστρο του Άργους είδαν με έκπληξη και χαρά να κυματίζει η Ελληνική Σημαία. 

Εν τω μεταξύ οι Έλληνες είχαν πυρπολήσει τη συγκομιδή των Αργολικών Κάμπων και ο Δράμαλης βρισκόμενος σε δύσκολη θέση αποφάσισε να επιστρέψει στην Κόρινθο. Αυτήν την απόφαση της οπισθωχώρησης μάντευσε ο Κολοκοτρώνης που συνέλαβε το σχέδιο του εγκλωβισμού του Δράμαλη στα στενά των Δερβενακίων που προσεφέροντο για τον "εξ ενέδρας" πόλεμο. Το σχέδιο έγινε αποδεκτό και αποφασίστηκε να προωθηθούν αμέσως επίλεκτα τμήματα υπό τον Παπαφλέσσα,Υψηλάντη και Νικηταρά,καθώς και οι Μανιάτες των σωμάτων Δουράκη, Καπετανάκη, Κουμουνδουράκη και Χρυσοσπάθη για να καταλάβουν τα στενά των Δερβενακίων. Έτσι στις 26 και 27 Ιουλίου 1822 γράφτηκε η πιο λαμπρή ίσως σελίδα της Επανάστασης του 1821. Η στρατιά του Δράμαλη, οπισθωχωρούσα, δέχτηκε φοβερή, αιφνιδιαστική επίθεση των Ελλήνων επαναστατών και η φθορά της ήταν τόση που άγγιξε τα όρια της αποδεκάτισης.

ΜΑΝΙΑΚΙ

Ο στόλος του Αιγυπτίου Ιμπραήμ Πασά φθάνει στις 24 Φεβρουαρίου του 1825 στη Μεθώνη και αποβιβάζει 4.000 πεζούς και 500 ιππείς. Ο στρατός αυτός που ήταν καλά εκπαιδευμένος και οργανωμένος από Γάλλους αξιωματικούς ενισχύθηκε με άλλους 6.000 πεζούς,500 ιππείς και ισχυρό πεδινό πυροβολικό. Στην περίοδο εκείνη ο Ιμπραήμ βρήκε τους Έλληνες επαναστάτες σε πολύ άσχημη κατάσταση. Ο εμφύλιος των πολιτικών με τους στρατιωτικούς τους είχε διαιρέσει και το μίσος είχε κυριαρχήσει σε όλες τις εκδηλώσεις των βασικών παραγόντων της επανάστασης. 

Ο Κολοκοτρώνης είχε φυλακισθεί από τους πολιτικούς του αντιπάλους, οι οποίοι όμως μπροστά στον κίνδυνο που διέτρεχε η Επανάσταση και κάτω από την πίεση του λαού, τον απελευθέρωσαν και του ανέθεσαν την ηγεσία του στρατιωτικού τμήματος για την απόκρουση του Ιμπραήμ. Παράλληλα με τον Κολοκοτρώνη κινήθηκε και ο Παπαφλέσσας, τότε Υπουργός Εσωτερικών, που είχε πρωτοστατήσει για την απελευθέρωση του Κολοκοτρώνη. 

Ο Παπαφλέσσας οχυρώθηκε στο χωριό Μανιάκι(στη Μεσσηνία) με 700 περίπου πολεμιστές, μεταξύ των οποίων και αρκετοί Μανιάτες, με επικεφαλής τον Βοϊδή Μαυρομιχάλη. Η μάχη ήταν άνιση και ο τόπος ακατάλληλος. Οι Έλληνες της Πελοποννήσου πολέμησαν γενναία αλλά όμως ήταν αδύνατον να συγκρατήσουν την πλημμυρίδα των στρατιωτικών δυνάμεων του Ιμπραήμ, κατά τον ιστορικό Φραντζή 900 ήταν οι Έλληνες,2.500 οι Αιγύπτιοι. Ο Παπαφλέσσας βρήκε ηρωικό θάνατο όπως και οι Μανιάτες οπλαρχηγοί Πιέρος και Βοϊδής Μαυρομιχάλης, Θ. Καπετανάκος και Δ. Πουλικάκος.


O IMΠΡΑΗΜ ΣΤΗ ΜΑΝΗ

Μετά τη μάχη στο Μανιάκι (1/6/1825) ο Ιμπραήμ ξεχύθηκε στην Πελοπόννησο την οποία κυρίευσε και ρήμαξε, πλην της Μάνης. Στους τελευταίους μήνες του 1825 μετέχει με αρκετό στρατό στη δεύτερη πολιορκία του ηρωικού Μεσολογγίου που διήρκεσε έναν χρόνο περίπου και έληξε με την ηρωική έξοδο των πολιορκημένων, που έμεινε σαν φωτεινό ορόσημο στην Ιστορία των νεότερων Ελλήνων. Μετά την πτώση του Μεσολογγίου ο Ιμπραήμ επανέρχεται στην Πελοπόννησο, καταλαμβάνει ένα μέρος της Αχαΐας και στέλνει επιστολή στον Γιωργάκη Μαυρομιχάλη και τον διατάσσει εντός δέκα ημερών να προσέλθει μαζί μ' όλους τους προκρίτους της Μάνης να τον προσκυνήσουν αλλιώς θα κυριεύσει και θα αφανίσει τη Μάνη. Και ο Γιωργάκης Μαυρομιχάλης απάντησε ως εξής:

"Ελάβομεν το γράμμα σου, εις το οποίον είδωμεν να μας φοβερίζεις ότι αν δεν σου προσφέρομεν την υποταγήν μας θέλεις εξολοθρεύσεις τους Μανιάτες και την Μάνην. Διά τούτο και ημείς σε περιμένομεν με όσες δυνάμεις θελήσεις".

Ο Ιμπραήμ μετά την άρνηση των Μανιατών να τον προσκυνήσουν, με 800 πεζούς και ιππείς από την Καλαμάτα εξορμά για να τους υποτάξει. Οι Μανιάτες, 2000 περίπου άντρες, οχυρώνονται στη Βέργα του Αλμυρού. Η Βέργα ήταν ξερολίθινο τείχος ύψους ενός μέτρου περίπου και μήκους περισσότερο του χιλιομέτρου, που κτίστηκε από τους Μανιάτες, σαν ταμπούρι. Εκεί ήταν όλοι οι αρχηγοί των Μανιατών:ο Κωνσταντόμπεης, ο Μπεζαντές Γιωργάκης, ο Αναστάσης και Ηλίας Κατσάκος, ο Διονύσιος Τρουπάκης - Μούρτζινος, ο Στέφανος και Νίκος Χρηστέας, ο Γ. και ο Στ. Καπετανάκης, οι Κατσιφαραίοι, ο Γαλάνης Κουμουντουράκης, ο Κοσσονάκος, ο Σ. Πικουλάκης κι όλοι οι ελεύθεροι Μεσομανιάτες. 

Πρώτο επιτίθεται το ιππικό των Αιγυπτίων το οποίο αναγκάζεται να υποχωρήσει λόγω της μορφολογίας του χώρου, ακολουθούν οι άτακτοι που ορμούν στο τείχος, αλλά αποδεκατίζονται από τα εύστοχα πυρά των αμυνόμενων. Φτάνει τακτικός στρατός, με επικεφαλής Ευρωπαίους αξιωματικούς και επιχειρεί με αλλεπάλληλες επιθέσεις να ανατρέψει την άμυνα. Οι Μανιάτες ακλόνητοι στις θέσεις τους προκαλούν μεγάλες απώλειες στους επιτιθέμενους. Στην ένατη επίθεση των Αιγυπτίων, ένας ανώνυμος Μανιάτης οπλαρχηγός με 20 άνδρες βγήκε από το τείχος χωρίς να γίνει αντιληπτός και επιτίθεται στα νώτα του εχθρού. Οι Αιγύπτιοι που δέχτηκαν την επίθεση, αιφνιδιάστηκαν και τράπηκαν σε φυγή, μεταδίδοντας τον πανικό σε ολόκληρη την εχθρική παράταξη που υποχωρεί (22/6/1826). Τις δύο επόμενες μέρες συνεχίστηκαν οι επιθέσεις των Αιγυπτίων κατά της Βέργας, αλλά οι επιθέσεις ήταν κάπως ασθενέστερες και εύκολα αποκρούστηκαν από τους Μανιάτες.

Mετά επίσης την αντίσταση των Μανιατών και Μανιατισσών στον όρμο του Δυρού, οι Αιγύπτιοι αναγκάστηκαν να επιβιβαστούν καταδιωκόμενοι στα πλοία τους και να επιστρέψουν στην Καλαμάτα. Τον Αύγουστο του 1826 ο Ιμπραήμ με μια νέα επίθεση, αυτή τη φορά στην Ανατολική Μάνη, προσπάθησε να την υποτάξει. Αλλά και πάλι οι ηρωικοί Μανιάτες ταμπουρώθηκαν στο χωριό Πολυάραβο και με επιτυχία αντιμετώπισαν τους Αιγύπτιους και αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν οριστικά το σχέδιο της υποταγής της Μάνης. 

Με τις νικηφόρες μάχες στο Αλμυρό, στο Δυρό και στον Πολυάραβο οι Μανιάτες, άνδρες και γυναίκες, για άλλη μια φορά απέδειξαν το υψηλό, γενναίο και αδούλωτο φρόνημά τους. Δεν υπολόγισαν το πανίσχυρο και καλά οργανωμένο στράτευμα του Ιμπραήμ που είχε καθυποτάξει όλη την Πελοπόννησο, και μαζί με τα στρατεύματα του Κιουταχή Πασά, που δρούσαν στην Στερεά Ελλάδα, είχε οδηγήσει την Ελληνική Επανάσταση σε πολύ κρίσιμο σημείο. 
Αλλά, όπως είχε πει ο Κολοκοτρώνης "ο Θεός υπέγραψε την ελευθερία της Ελλάδος και δεν παίρνει πίσω την υπογραφή του" και φάνηκε ότι είχε δίκιο από την εξέλιξη των γεγονότων. Η απελευθέρωση αυτή ήρθε στις 8 Οκτωβρίου του 1827 με τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1) "Ενθυμήματα Στρατιωτικά της Επανάστασης των Ελλήνων 1821-1822" Νικόλαου Κασομούλη, Εκδότης Απ. Α. Χαρίσης

2) "Παλαιών Πατρών Γερμανού Απομνημονεύματα", Εκδόσεις Βεργίνα

3) "Φωτάκου (Χρυσανθόπουλος Φώτιος) Απομνημονεύματα για την Επανάσταση του 1821", Εκδόσεις Βεργίνα

4) "Ιστορία της Μάνης" Αναργύρου Γ. Κουτσιλιέρη, Εκδόσεις Δ. Ν. Παπαδήμα

5) "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους" Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου, Εκδόσεις Κάκτος

6) "Η Θρυλική Μάνη", Πάνος Ι.Καλλιδώνης

7) "Ιστορία της Μάνης", Κυριάκου Δ.Κάσση